Κυριακή της Τυρινής. Την ημέρα, αυτή θυμόμαστε την εξορία του Πρωτόπλαστου Αδάμ από τον Παράδεισο της τρυφής.
Την ανάμνηση αυτή οι άγιοι Πατέρες την τοποθέτησαν πριν τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, σαν να δείχνουν με τα ίδια τα πράγματα πόσο ωφέλιμο είναι για την ανθρώπινη φύση το φάρμακο της νηστείας και πόσο κακό πάλι είναι η πολυφαγία και η ανυπακοή. Οι Πατέρες, λοιπόν, αφού παρέλειψαν όλα τα άλλα άπειρα όντα που δημιουργήθηκαν στον κόσμο για τον πρωτόπλαστο Αδάμ, παρουσιάζουν μπροστά μας μόνο αυτόν. Μας λένε δηλαδή πόσο κακό έπαθε, επειδή δεν τήρησε μια μικρή και ελαφριά νηστεία, και διδάσκουν ότι το κακό αυτό πέρασε και στη δική μας φύση, και ότι το πρώτο παράγγελμα του Θεού στους ανθρώπους ήταν το καλό της νηστείας. Αυτό όμως ο Αδάμ δεν το τήρησε, αλλά υποχώρησε στη κοιλιά του, ή μάλλον στο πλάνο φίδι (το διάβολο) με τη προτροπή της Εύας, και όχι μόνο θεός δεν έγινε, αλλά και το θάνατό του προκάλεσε και τη φθορά μετέδωσε σε όλο το γένος των ανθρώπων. Και εξαιτίας βεβαία της τρυφής του πρωτόπλαστου Αδάμ ο Κύριος νήστεψε σαράντα ημέρες και έγινε υπήκοος (μέχρι θανάτου, και μάλιστα σταυρικού).
Για το λόγο αυτό, επινοήθηκε από τους αγίους Αποστόλους και αυτή η αγία Τεσσαρακοστή, με σκοπό αυτό που έπαθε εκείνος, ο πρωτόπλαστος Αδάμ, το ότι δηλαδή έχασε την αφθαρσία, να μην το πάθουμε και εμείς, αλλά με τη νηστεία να τη φυλάξουμε και να την απολαύσουμε. Και επειδή αιτία όλων των κακών μας είναι η παράβαση του Αδάμ και η εξορία του από την τρυφή του Παραδείσου, για αυτό το λόγο μας παρουσιάζουν την παράβαση αυτή τώρα, φέρνοντάς την στη μνήμη μας, για να την αποφύγουμε και να ζηλέψουμε την εγκράτεια σε καθετί.
Ο Αδάμ πλάστηκε από το Θεό κατά την έκτη ημέρα της δημιουργίας και με το θείο εμφύσημα τιμήθηκε με την εικόνα του Θεού? αμέσως έλαβε την εντολή και έμεινε στον Παράδεισο έξι ώρες? έπειτα παρέβηκε την εντολή και εκδιώχτηκε από εκεί. Ο Εβραίος Φίλων λέει ότι ο Αδάμ έμεινε στο Παράδεισο εκατό χρόνια, ενώ άλλοι, λόγω της τιμής στον αριθμό εφτά, υποστηρίζουν ότι έμεινε εκεί εφτά ημέρες ή εφτά χρόνια. Ότι όμως την έκτη ώρα ( 12 το μεσημέρι) ο Αδάμ άπλωσε τα χέρια του και έπιασε τον καρπό, το δήλωσε και ο νέος Αδάμ, ο Χριστός, ο οποίος την έκτη ώρα και ημέρα (= Παρασκευή) άπλωσε τις παλάμες του στο Σταυρό και θεράπευσε τον όλεθρο εκείνου.
Ο Αδάμ δημιουργήθηκε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, ώστε σε όποιο από τα δύο θα συγκατένευε με την προαίρεσή του, δηλαδή με τη δική του ελεύθερη επιλογή, εκείνο και θα αποκτούσε. Βέβαια ο Θεός μπορούσε να τον δημιουργήσει έτσι που να παραμείνει αναμάρτητος. Αλλά, για να είναι και δικό του, του Αδάμ, το κατόρθωμα, του έδωσε την εντολή: από όλα τα δένδρα να παίρνει καρπούς και να τρώει, εκτός από ένα. Ίσως με την εντολή αυτή πρέπει να εννοούμε την γνώση των ενεργειών του Θεού, που μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος από την παρατήρηση και μελέτη όλων των κτισμάτων Του, ενώ τη φύση Του είναι παντελώς αδύνατο να την γνωρίσει. Αυτό πιστεύει και ο Γρηγόριος ο θεολόγος, λέγοντας ότι τα ξύλα (= τα δένδρα του Παραδείσου) και το ξύλο (= το δένδρο, από τον καρπό του οποίου απαγορεύτηκε στον Αδάμ να φάει) έχουν βαθύτερη και θεία έννοια και σημασία. Δηλαδή, λέει, ο Θεός επέτρεψε στον Αδάμ, όσον άφορα όλα τα άλλα στοιχεία καθώς και τη φύση τους, ίσως και τη δική του (του Αδάμ) φύση, να ενδιαφέρεται, να τα περιστρέφει στο νου του, και να δοξάζει το Θεό. Αυτή είναι και η πραγματική τρυφή και απόλαυση. Περί του Θεού όμως, ποιά είναι η φύση Του, που Αυτός βρίσκεται και πως από το μηδέν δημιούργησε τα πάντα, να μη ζητά σε καμιά περίπτωση να μάθει. Ο Αδάμ όμως άφησε τα άλλα και ερευνούσε περισσότερο τα σχετικά με το Θεό, προσπαθώντας να γνωρίσει ακριβώς τη φύση Του. Και, σαν ατελής, πολύ άδολος και άπειρος σε τέτοια, παρέβη την εντολή, αφού ο Σατανάς, με τη φαντασία της Εύας, του έβαλε μέσα στο νου την ιδέα της θεώσεως. Ο ιερός Χρυσόστομος λέει ότι το δένδρο εκείνο είχε κάποια διπλή δύναμη, και ότι ο Παράδεισος ήταν στη γη? και διατυπώνει τη σκέψη ότι αυτός ήταν και νοητός και αισθητός, όπως ήταν ο Αδάμ, και τα δύο δηλαδή στο μεταίχμιο φθοράς και αφθαρσίας. Μερικοί όμως λένε ότι το δένδρο εκείνο της παρακοής ήταν συκιά, γιατί οι Πρωτόπλαστοι, μόλις αντιλήφθηκαν τη γύμνωσή τους, χρησιμοποίησαν αμέσως φύλλα από εκείνη και σκεπάστηκαν. Για τούτο και ο Χριστός, επειδή η συκιά έγινε αιτία της παραβάσεως, την καταράστηκε. Και έχει, πράγματι, η συκιά κάποια ομοιότητα με την αμαρτία: πρώτα-πρώτα για τη γλυκύτητα του καρπού της, έπειτα για την τραχύτητα των φύλλων της και τρίτο για το κολλώδες γάλα της. Τον Αδάμ, λοιπόν, αφού παρέβη την εντολή και ντύθηκε τη θνητή σάρκα, ο Θεός τον τιμώρησε (παιδαγώγησε) και τον έβγαλε από τον παράδεισο? πρόσταξε δε τα αγγελικά Χερουβίμ να φυλάνε, με μορφή φλόγινης ρομφαίας, την πύλη του Παραδείσου. Ο Αδάμ, μετά την έξωση από τον Παράδεισο, κάθισε απέναντι από αυτόν και έκλαιγε για τα τόσα αγαθά που στερήθηκε για την παρακοή του. Και τα παθήματα εκείνα των Πρωτοπλάστων τα κληρονόμησε όλο το ανθρώπινο γένος, μέχρις ότου ο Πλάστης μας, ελέησε τη φύση μας και μας επανέφερε πάλι στο αρχαίο αξίωμα, μας λύτρωσε δηλαδή από το προπατορικό αμάρτημα και μας χάρισε τη σωτηρία.
Θέλοντας λοιπόν οι θεοφόροι Πατέρες να παραστήσουν όλα αυτά σε όλο το Τριώδιο, πρώτα παρουσιάζουν τα της Παλαιάς Διαθήκης, αρχίζοντας από τη δημιουργία του Αδάμ και την έκπτωσή του από την τρυφή, την έξωσή του δηλαδή από τον Παράδεισο, της οποίας σήμερα «ανάμνησιν ποιούμεθα». Έπειτα παρουσιάζουν και τα υπόλοιπα με αναγνώσματα από κείμενα του Μωυσή, των Προφητών και κυρίως του Δαβίδ. Κατόπιν παρουσιάζουν κατά τάξη και τα της Καινής Διαθήκης. Και πρώτος-πρώτος είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, που βρίσκεται πάντοτε μέσα στην αγία Τεσσαρακοστή. Με τις γιορτές του Λαζάρου, των Βαΐων και της Μεγάλης Εβδομάδας, με τα ιερά Ευαγγέλια που διαβάζονται, παρουσιάζονται και υμνούνται λεπτό κατά λεπτό και αυτά τα άγια και σωτήρια Πάθη του Χριστού. Στη συνέχεια, για τα άλλα γεγονότα, από την Ανάσταση μέχρι και την Πεντηκοστή και την έναρξη του κηρύγματος των Αποστόλων, αφηγούνται λεπτομερώς οι ιερές Πράξεις. Και όλος ο κύκλος Τριωδίου – Πεντηκοσταρίου ολοκληρώνεται με την Κυριακή των Αγίων Πάντων. Και βέβαια οι Πράξεις βεβαιώνουν την Ανάσταση με τα θαύματα που ακολούθησαν.
Επειδή λοιπόν τόσα κακά πάθαμε, για την παρακοή του Αδάμ, οι θείοι Πατέρες όρισαν σήμερα , με την είσοδο της αγίας και μεγάλης Τεσσαρακοστής να τα θυμόμαστε, με σκοπό, φέρνοντας στη σκέψη μας πόσο κακό έφερε η παράβαση της νηστείας, να φροντίσουμε να την υποδεχτούμε με χαρά και να την τηρήσουμε με κάθε ευλάβεια, ώστε αυτό στο οποίο αστόχησε ο Αδάμ, στη θέωση δηλαδή, εμείς με τη νηστεία να το πετύχουμε. Να κλαίμε επομένως για τις αμαρτίες μας, να νηστεύουμε και να έχουμε ταπείνωση, μέχρι που να μας επισκεφθεί ο Θεός. Δηλαδή χωρίς αυτά, δεν είναι εύκολο να λάβουμε εκείνο που χάσαμε.
Πρέπει επίσης να ξέρουμε και το εξής: Αυτή η αγία και μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι σαν αποδεκατισμός (το ένα δέκατο δηλαδή) του έτους. Δηλαδή, επειδή δεν προτιμάμε, λόγω της ραθυμίας μας, να νηστεύουμε συνεχώς και να απέχουμε από κακές ενέργειες, οι Απόστολοι και οι θείοι Πατέρες, μας την έδωσαν σαν κάποια ευκαιρία στη ζωή μας, ώστε όσα ίσως άτοπα κάναμε κατά τη διάρκεια όλου του χρόνου, τώρα, με συντριβή και ταπείνωση, με τη νηστεία να τα απαλείψουμε. Για το λόγο αυτό και οφείλουμε να την τηρήσουμε με κάθε ακρίβεια.
Οι θείοι Πατέρες όρισαν και παρέδωσαν και άλλες νηστείες σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Την αγία όμως και μεγάλη Τεσσαρακοστή την τίμησαν περισσότερο, για τα άγια Πάθη και γιατί ο Χριστός σαράντα μέρες νήστεψε, και δοξάστηκε? και ο Μωυσής επίσης σαράντα μέρες νήστεψε, και έλαβε το Νόμο? και ο Ηλίας και ο Δανιήλ και όλοι όσοι ευαρέστησαν το Θεό.
Γι’ αυτό επομένως το λόγο όρισαν να προβάλλει η Εκκλησία μας σήμερα, Κυριακή της Τυρινής, μαζί με την εξορία του Αδάμ από την τρυφή του Παραδείσου και την αξία της νηστείας.
Γ.Δ.Παπαδημητρίου, Με τους Αγίους μας. Συναξάρια Τριωδίου και Πεντηκοσταρίου